ανδραγαθία

ανδραγαθία
η (AM ἀνδραγαθία)
γενναιότητα, παληκαριά, ηρωισμός
νεοελλ.-μσν.
ανδραγάθημα, κατόρθωμα
αρχ.
γενναιότητα και τιμιότητα μαζί, ο χαρακτήρας του τέλειου άντρα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ἀνδραγαθία — ἀνδραγαθίᾱ , ἀνδραγαθία bravery fem nom/voc/acc dual ἀνδραγαθίᾱ , ἀνδραγαθία bravery fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδραγαθίᾳ — ἀνδραγαθίαι , ἀνδραγαθία bravery fem nom/voc pl ἀνδραγαθίᾱͅ , ἀνδραγαθία bravery fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ανδραγαθία — η 1. παλικαριά: Προβιβάστηκε για ανδραγαθία. 2. ηρωικό κατόρθωμα: Οι περισσότερες από τις ανδραγαθίες του ήταν φανταστικές …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀνδραγαθίας — ἀνδραγαθίᾱς , ἀνδραγαθία bravery fem acc pl ἀνδραγαθίᾱς , ἀνδραγαθία bravery fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδραγαθίαι — ἀνδραγαθία bravery fem nom/voc pl ἀνδραγαθίᾱͅ , ἀνδραγαθία bravery fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδραγαθίαν — ἀνδραγαθίᾱν , ἀνδραγαθία bravery fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδραγαθιῶν — ἀνδραγαθία bravery fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδραγαθίαις — ἀνδραγαθία bravery fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδραγαθίη — ἀνδραγαθία bravery fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνδραγαθίην — ἀνδραγαθία bravery fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”